Τι κοινό έχει το πείραμα του CERN με τη διπλωματία; Με άλλα λόγια η Επιστήμη με την Διπλωματία; Χωρίς σκέψη θα έλεγε κάποιος πως δεν έχει καμία. Ωστόσο σε μια λιγότερο επιπόλαιη προσέγγιση θα διαπίστωνε πως έχει σχέση και μάλιστα μεγάλη, αφού μοιράζονται τον ίδιο στόχο. Επιδιώκουν δηλαδή, την αρμονική συνύπαρξη και συνεργασία των λαών. Ουσιαστικά επιδιώκουν τη συνένωση των λαών, αφού βέβαια πρώτα ενωθούν μεταξύ τους. Αυτό με όρους των Πολιτικών Επιστημών αποκαλείται «επιστημονική διπλωματία» (science diplomacy) και αναδεικνύει την Επιστήμη ως ένα από τα πιο σύγχρονα διπλωματικά «εργαλεία» για την επίλυση παγκοσμίων προβλημάτων και κοινωνικών προκλήσεων.Η Ιστορία το έχει ήδη αποδείξει. Εκεί που οι διπλωμάτες δυσκολεύτηκαν ή ακόμη χειρότερα απέτυχαν στις διαπραγματεύσεις τους, πέτυχαν οι επιστήμονες. Η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Πυρηνικών Ερευνών γνωστού ως CERN το 1954, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα και μια πρώτη επιτυχημένη εφαρμογή της επιστημονικής διπλωματίας ανάμεσα σε 12 χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, που διαπραγματεύτηκαν και υπέγραψαν τη σύστασή του. Αντίστοιχα η σύσταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμός Μοριακής Βιολογίας (European Molecular Biology Laboratory, EMBO), από πολλά ευρωπαϊκά κράτη που συμφώνησαν να χρηματοδοτήσουν υποδομές για να καταστήσουν δυνατή την επιστημονική έρευνα μέσω διεθνών συνεργασιών, αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα. Μόλις πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Ένωση άρχισε να δίνει στοχευμένη έμφαση στην επιστημονική διπλωματία, επιδιώκοντας την αναβάθμιση του ρόλου της στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη. Μάλιστα, το πρώτο ανοικτό συνέδριο για την διπλωματία της επιστήμης στο πλαίσιο του InsSciDE (Inventing a shared Science Diplomacy for Europe) πραγματοποιείται αυτό το Σαββατοκύριακο στην Κρακοβία, από τις 18 έως τις 20 Ιανουαρίου 2019. Το InsSciDE είναι ένα πρότζεκτ που χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα Horizon 2020, με επίκεντρο την ανάπτυξη μιας κοινής επιστημονικής διπλωματίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, στη βάση διεπιστημονικής και πρωτοποριακής έρευνας. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ανάπτυξη ενός εποικοδομητικού διαλόγου μεταξύ επιστημονικών ακαδημιών και των δικτύων διπλωματών των επιστημών για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων. Δυστυχώς, σε εθνικό επίπεδο καμία ευρωπαϊκή χώρα, εκτός της Γαλλίας, Ισπανίας, Γερμανίας και πιο πρόσφατα του Βελγίου, δεν έχει αναπτύξει ακόμη πολιτικές επιστημονικής διπλωματίας.
Νομπελίστες σε ρόλο «διπλωμάτη επιστήμης»
Ο ιστορικός και μέλος του InsSciDE, Léonard Laborie στην ομιλία του κατά τη διάρκεια του Euroscience Open Forum (ESOF 2018) στην Τουλούζη τον περασμένο Ιούλιο, άνοιξε τη συζήτηση για τον ρόλο της διπλωματίας επιστήμης στην παγκόσμια διακυβέρνηση με αναφορά στον Ολλανδό γιατρό Pieter Eijkman. Ο γιατρός δημιούργησε ένα κίνημα πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στοχεύοντας στην οικοδόμηση μιας παγκόσμιας κοινότητας, όπου οι επιστήμονες θα έβρισκαν κοινές λύσεις σε παγκόσμια ζητήματα και θα τις επέβαλλαν ως νόμους. «Αναφέρομαι περισσότερο σε έναν συνδυασμό καθηκόντων και δυνάμεων. Οι επιστήμονες δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τους διπλωμάτες και το αντίθετο. Παρ 'όλα αυτά, υπάρχουν περιστάσεις στις οποίες οι επιστήμονες δρουν όχι μόνο με τους διπλωμάτες, αλλά και ως διπλωμάτες», είπε χαρακτηριστικά. Η «επιστημονική διπλωματία» εμφανίστηκε το 2008 όταν η Αμερικανική Ένωση για την Ανάπτυξη των Επιστημών (American Association for the Advancement of Science, ΑΑΑS) ίδρυσε το πρώτο κέντρο επιστημονικής διπλωματίας στην Ουάσιγκτον, θεσμοθετώντας ουσιαστικά μια μακρά αμερικανική παράδοση εμπλοκής των επιστημόνων σε θέματα πολιτικής και διπλωματίας. Έκτοτε αρκετοί αμερικανοί επιστήμονες ως «διπλωμάτες» (science diplomats), εκμεταλλευόμενοι την «ήπια ισχύ» της επιστήμης πραγματοποίησαν στο παρελθόν, αλλά και στο παρόν, όταν και όπου χρειάζονταν, μια σειρά επισκέψεων σε χώρες που διατηρούσαν διαταραγμένες διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, όπως η Κούβα, το Ιράν, η Μιανμάρ και η Βόρεια Κορέα. Σκοπός κάθε ταξιδιού ήταν η ενίσχυση του επιστημονικού διαλόγου και η προώθηση συνεργασιών σε επιστημονικά έργα με στόχο τη μείωση των εντάσεων μεταξύ των χωρών. Για παράδειγμα, ο Νομπελίστας Peter Agree (Νόμπελ Χημείας 2003) επισκέφθηκε την Κούβα κατά την περίοδο που τελούσε υπό το εμπάργκο των ΗΠΑ, το οποίο μπλόκαρε την εισαγωγή στη χώρα βασικών αγαθών και κυρίως φαρμάκων. Τα τελευταία χρόνια η έρευνα στο εργαστήριό του έχει επικεντρωθεί στην ελονοσία και ο ίδιος περνάει περίπου το ένα τρίτο κάθε έτους στη Ν. Αφρική. Εκτός από την έρευνα στο πανεπιστήμιο, στις κατά καιρούς δραστηριότητες του Νομπελίστα έχει καταγραφεί η θητεία του (2009-2010) στην Προεδρία της Αμερικανικής Ένωσης για την Ανάπτυξη της Επιστήμης (ΑΑΑS) μέσα στην οποία έχει επιδείξει μεγάλη δραστηριότητα και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Εθνικής Ακαδημίας των Επιστημών των ΗΠΑ (Committee on Human Rights (CHR)-Τhe National Academy of Sciences, 2005-2009). Άλλη μια περίπτωση «διπλωμάτη επιστήμης» είναι του Νομπελίστα Abdus Salam (Νόμπελ Φυσικής 1979), οι προσπάθειες του οποίου οδήγησαν στην ίδρυση του ιδρύματος “Third World Academy of Sciences” (TWAS) στην Τεργέστη. Το ίδρυμα ιδρύθηκε με την προοπτική να βοηθήσει, μέσω της επιστήμης και της Τεχνολογίας, χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος να αποκτήσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση προκλήσεων όπως η πείνα, οι ασθένειες και η φτώχεια.
Η «διπλωματία της Επιστήμης» ως εργαλείο διεθνούς πολιτικής
Οι άνθρωποι συνήθως σκέφτονται τη διπλωματία ως τη διαδικασία που τα κράτη εκπροσωπούνται και διαπραγματεύονται για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Όμως, ως κοινή γλώσσα και απολιτική, η επιστήμη μπορεί να φέρει σε επαφή τους συμμάχους και τους αντιπάλους μαζί για να αντιμετωπίσουν τις διασυνοριακές προκλήσεις που υπάρχουν σε όλη τη Γη - να σκεφτούν το κλίμα, τις πανδημίες των ασθενειών και το διεθνές εμπόριο. Υπάρχουν δυνατότητες συνεργασίας πέρα από το πεδίο της ασφάλειας που μπορεί να συμβάλουν στην εξισορρόπηση των τεταμένων σχέσεων, στη διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, επιτρέποντας μια πιο θετική διπλωματική διαδικασία συνολικά. Για παράδειγμα, χώρες συναντήθηκαν για να μοιραστούν πόρους και να σχεδιάσουν μια κοινή αντιμετώπιση δύο προσφάτων πανδημιών: του ιού Zika στη Λατινική Αμερική και του Ebola στη Δυτική Αφρική. Επίσης, μετά τη χαλάρωση των σχέσεων ΗΠΑ-Κούβας τον Δεκέμβριο του 2014, επιστήμονες από τις δύο χώρες άρχισαν να συνεργάζονται στην έρευνα για τον καρκίνο. Την χρήση της επιστήμης και τεχνολογίας ως ενός εναλλακτικού τρόπου άσκησης της διπλωματίας φαίνεται πως την αντιλήφθηκε πρόσφατα και η Ρωσία, η οποία θέτει σε εφαρμογή τον θεσμό των επιστημονικών ακολούθων στις ρωσικές πρεσβείες σε διάφορες χώρες του κόσμου. Στόχος της είναι να αναπτύξει και να ενισχύσει την επιστημονική συνεργασία και την διπλωματία της επιστήμης. Αυτό ανακοινώθηκε δια στόματος του αναπληρωτή υπουργού επιστήμης και ανώτερης παιδείας της Ρωσίας Γκριγκόρι Τρούμπνικοφ, κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας διάσκεψης EMERTECH–2018 “Breakthrough Technologies: Challenges to Society Development and Global Management” τον περασμένο Δεκέμβριο στο Primakov National Research Institute of World Economy and International Relations RAS στη Μόσχα. Ανάμεσα στα σχέδια της Ρωσίας είναι η θέσπιση του θεσμού των πρέσβεων της επιστήμης, που δεν είναι άλλοι από καταξιωμένους επιστήμονες, που θα διευκολύνουν την καλλιέργεια επιστημονικών και όχι μόνο, επαφών μεταξύ των διαφόρων χωρών.Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές στο Ιράκ αρχαιολόγοι προσπαθούν να αποκαταστήσουν την πολιτιστική κληρονομιά που καταστράφηκε από το ISIS. Το Βρετανικό Μουσείο θα εκπαιδεύσει δύο ομάδες γυναικών αρχαιολόγων από το Ιράκ, από τον Απρίλιο και μετά, σε μια προσπάθεια να βοηθήσει στην αποκατάσταση των ζημιών. Οι οκτώ γυναίκες που επιλέχθηκαν να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα υπήρξαν πρόσφυγες για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. Η εκπαίδευση θα γίνει σε δύο βάσεις, η μια στο Λονδίνο και η άλλη κοντά στην πόλη Nasiriyah, που χρησιμεύει επίσης ως είσοδος στην αρχαία πόλη Girsu. Η Canadian Association for Conservation στηρίζει επίσης, την αρχαιολογική αποκατάσταση. Την ίδια ώρα το Καζακστάν, η Ρωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ενισχύουν τη συνεργασία τους στον χώρο του Διαστήματος. Οι πλευρές συμφώνησαν τον περασμένο Μάρτιο να συγκροτήσουν μια κοινή ομάδα εργασίας τον Απρίλιο του 2018 για να εξετάσουν ενδεχόμενα έργα στον διαστημικό σταθμό Baikonur… Θα μπορούσαν να παρατεθούν ένα σωρό παραδείγματα των αποτελεσμάτων της «διπλωματίας της επιστήμης». Ωστόσο, το άρθρο θα ολοκληρωθεί εδώ, με μια φράση-μότο του Louis Pasteur: “Science knows no country, because knowledge belongs to humanity, and is the torch which illuminates the world.”(Η επιστήμη δεν γνωρίζει πατρίδα, επειδή η γνώση ανήκει στην ανθρωπότητα και είναι ο φακός που φωτίζει τον κόσμο). Ας τον αφουγκραστούμε όλοι μας και κυρίως οι πολιτικοί και οι νέοι επιστήμονες που καλούνται τώρα να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στην επιστήμη και τη χάραξη διεθνούς πολιτικής. Ναυτεμπορική