Είναι ειδικός στο να στήνει καινοτόμες και επιτυχημένες ερευνητικές υποδομές μέσα σε ερευνητικά κέντρα και να τις συνδέει με την επιχειρηματικότητα. Μια τέτοια είναι το InfrafrontierGR, μια υποδομή για το φαινοτυπικό χαρακτηρισμό και την αρχειοθέτηση ζωικών μοντέλων ασθενειών του ανθρώπου, που λαμβάνει χώρα μέσα στο Ερευνητικό Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών "Αλέξανδρος Φλέμιγκ". Στον ίδιο χώρο το εργαστήριό του βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή των ερευνών για την αντιμετώπιση φλεγμονωδών νόσων, όπως η αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn, η σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλες. Πριν από δύο χρόνια ο καθηγητής εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και πριν από τρία χρόνια κατέλαβε την έδρα της Πειραματικής Φυσιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο ίδιος όμως πάντα δηλώνει πρώτη την επιστημονική ιδιότητά του ως Βιολόγου. Με περίμενε χαμογελαστός μέσα στο γραφείο του στις εγκαταστάσεις του ΕΚΕΒΕ Φλέμιγκ στη Βάρη. Και εγώ είχα φροντίσει να φτάσω στην ώρα μου για να μην τον καθυστερήσω. Είχε αποδεχτεί την πρόσκλησή μου για μια κατ’ ιδίαν συνομιλία μετά από σκέψη αρκετών ημερών, και αυτό, γιατί, όπως λέει, η δημοσιότητα δεν είναι κάτι που του ταιριάζει. Αν και αναγνωρίζει πως κάποια στιγμή θα πρέπει να αρχίσει να μιλάει συχνότερα στον Τύπο. Η συνάντησή μας συνέπεσε με μια γιορτινή ημέρα για τον ίδιο και την ομάδα του, αφού μία ακόμη δημοσίευσή τους, σχετική με μια ομάδα κυττάρων που συμμετέχουν στην καρκινογένεση, είχε κυκλοφορήσει στο Journal of Εxperimental Μedicine, που αποτελεί ένα από τα πλέον αναφερόμενα επιστημονικά περιοδικά στο χώρο της Βιοϊατρικής. Και εκείνος ήταν πολύ χαρούμενος...

«Η Επιστήμη μπορεί να μεταφραστεί εύκολα σε επιχειρηματικότητα»

«Το τοπίο της ελληνικής έρευνας και καινοτομίας δυστυχώς πάσχει από ‘‘χρόνια νόσο’’», σχολιάζει ο καθηγητής, καθισμένος στο γραφείο του μέσα στο Ερευνητικό Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών "Αλέξανδρος Φλέμιγκ". «Αν διακρίνεται για κάτι η Ελλάδα παγκοσμίως, είναι για το απογοητευτικό ποσοστό του μόλις 0,6% του ΑΕΠ της, το οποίο διαθέτει στην έρευνα, παρά το μεγάλο αριθμό επιστημόνων και μηχανικών που παράγει. Ενώ λοιπόν μόλις 200 εκατομμύρια ευρώ περίπου από προγράμματα του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς δαπανώνται ετησίως για επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη, η απόδοση και τα οφέλη που απορρέουν από αυτή την - ομολογουμένως μικρή - επένδυση δεν ανταποκρίνονται καν στις μικρές προσδοκίες, στις οποίες θα μπορούσε κανείς να προσβλέπει». Ο ίδιος μου δείχνει ένα άρθρο γνώμης, που δημοσίευσε πριν από δύο μήνες στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό Nature Immunology, σε συνεργασία με τον καθηγητή Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας Ιωάννη Λάμπρη που έχει τίτλο «O ‘κανόνας των 3’ για την αναγέννηση της ελληνικής επιστήμης, έρευνας και καινοτομίας» και μέσα σε αυτό αναλύονται οι απόψεις τους για τον αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο μπορεί η έρευνα και η τεχνολογία να γίνουν κινητήριος μοχλός για το μετασχηματισμό της οικονομίας της Ελλάδας από καταναλωτική σε παραγωγική. «Η αίσθηση πολλών από εμάς, που λειτουργούμε μέσα στο ελληνικό σύστημα έρευνας και καινοτομίας τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ότι η εθνική ερευνητική μας παραγωγή είναι κατώτερη των προσδοκιών. Μάλιστα η έλλειψη μιας κεντρικής, σταθερής και μακροχρόνιας στρατηγικής για την έρευνα, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση των υποδομών και τις συχνά απαρχαιωμένες διοικήσεις των ερευνητικών φορέων, εντείνουν ακόμα περισσότερο τη δυσλειτουργία και την υποβάθμιση της αξίας της έρευνας και της καινοτομίας στη χώρα». Ωστόσο, του ζητώ να σχολιάσει τη γενική εντύπωση που υπάρχει ότι δηλαδή φαντάζουμε αρκετά σημαντικοί στα μάτια των υπόλοιπων Ευρωπαίων. «Όσο και αν ακούγεται παράξενο, σε επίπεδο χάραξης πολιτικής δε μας δίνουν καθόλου σημασία οι Ευρωπαίοι. Μας δίνουν σημασία μόνο ως μονάδες, όπως δίνουν σε έναν Έλληνα που έχει αξιοπρεπή και επιφανή δραστηριότητα. Αλλά στον ευρωπαϊκό χώρο και στα ‘‘εργαλεία’’ και τα όργανα μέσω των οποίων κατανέμονται οι χρηματοδοτήσεις και γίνονται οι θεσμοθετήσεις, είμαστε δυστυχώς απόντες», επισημαίνει ο ίδιος. ) Πάγια θέση του καθηγητή είναι ότι ο χώρος της έρευνας και της καινοτομίας δε θα πρέπει να αποτελεί πεδίο άσκησης κοινωνικών πολιτικών, που εκλαμβάνουν τους ερευνητές ως απλούς εργαζόμενους, οι οποίοι εκτελούν διεκπεραιωτικά μια δημόσια υπηρεσία. Αντιθέτως, θα πρέπει να είναι μια περιοχή με πολύ αυστηρούς κανόνες και αυξημένες προσδοκίες από τους ερευνητές και τους ερευνητικούς φορείς, οι οποίοι πρέπει να παράγουν και όχι μόνο να καταναλώνουν δημόσιους πόρους, όταν αυτοί δεν συνδέονται με την παραγωγικότητα και την απόδοσή τους.

Έρευνα σε διαγονιδιακά μοντέλα ποντικιών

Από το 2000 μέχρι το 2002, ο καθηγητής υπηρέτησε ως ιευθυντής του Ινστιτούτου Ανοσολογίας του Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών "Αλέξανδρος Φλέμιγκ". Από το 2002 μέχρι τον Απρίλιο 2010 διατέλεσε εκεί πρόεδρος και επιστημονικός διευθυντής και σήμερα παραμένει ως ερευνητής και διευθυντής του Τομέα Ανοσολογίας. Οι επιστημονικές δραστηριότητες και αναζητήσεις του δεν τον οδήγησαν σε άλλη ήπειρο, όπως αρκετές χιλιάδες Έλληνες επιστήμονες, και αυτό γιατί, όπως λέει, στάθηκε τυχερός που βρήκε το χώρο που πολλοί άλλοι επιστήμονες δε βρίσκουν. «Η Βιολογία μπήκε τυχαία στη ζωή μου. Ξέρετε, η τύχη είναι μεγάλη δύναμη, αυτό το βλέπουμε και στη φύση. Χρειάζεται όμως και το όραμα πολλές φορές, αλλά και πρόσφορο έδαφος με τις κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης» συμπληρώνει ο καθηγητής, το εργαστήριο του οποίου μελετά εδώ και 25 χρόνια τους μοριακούς και κυτταρικούς μηχανισμούς που διέπουν χρόνιες φλεγμονώδεις νόσους, όπως η αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn, η σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλες, αναπτύσσοντας και χρησιμοποιώντας καινοτόμα ζωικά μοντέλα ασθενειών του ανθρώπου. Το 1991 ο ίδιος, πρωτοπόρος σε μελέτη μαζί με την ερευνητική ομάδα του, έδειξε ότι η υπερέκφραση του παράγοντα νέκρωσης όγκων TNF (μιας πρωτεΐνης που απελευθερώνεται πρωτογενώς από κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και βοηθά στη ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης) είναι αιτιώδης για την ανάπτυξη χρόνιας πολυαρθρίτιδας σε διαγονιδιακά μοντέλα ποντικών (οργανισμών που έχουν ενσωματωμένο ξένο DNA στο γονιδίωμά τους). Στη συνέχεια, η ίδια ομάδα ανέδειξε με επιστημονική τεκμηρίωση ότι η χρήση αντισωμάτων έναντι του TNF στα πάσχοντα διαγονιδιακά ποντίκια είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία της ασθένειας και κινητοποίησε τις φαρμακευτικές βιομηχανίες για τη χρήση βιολογικών αντι-TNF θεραπειών για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και τις σπονδυλαρθρίτιδες. Σε αυτήν ακριβώς την έρευνα οφείλεται η δημιουργία φαρμακευτικών σκευασμάτων για ασθένειες όπως η νόσος του Crohn, η ψωρίαση και η ψωριασική αρθρίτιδα, η νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα, η αγκυλωτική σπονδυλοαρθρίτιδα και η νόσος Behcet (μια φλεγμονή των αγγείων).

Επιστήμη με ισχυρό Brand name και επιχειρηματικότητα

Ο καθηγητής Κόλλιας κατάφερε να δημιουργήσει ένα ισχυρό "brand name" στο ΕΚΕΒΕ Φλέμινγκ με το InfrafrontierGR και τη μοντελοποίηση, δηλαδή τη δημιουργία ζωικών μοντέλων νόσων του ανθρώπου και γενετικών εργαλείων, που διανέμονται και υποστηρίζουν την έρευνα σε περισσότερα από 300 διεθνή ακαδημαϊκά και βιομηχανικά εργαστήρια. To InfrafrontierGR αποτελεί τον εθνικό κόμβο του European Mouse Mutant Archive, EMMA (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Μεταλλαγμένων Ποντικών) και ειδικεύεται στην κρυοσυντήρηση σειρών ποντικών με συγκεκριμένα γενετικά χαρακτηριστικά, τα οποία δίνονται ως μοντέλα για έρευνες. Η συνέχεια ήρθε με την ίδρυση της πρώτης εξαγωγικής επιχείρησης «έντασης γνώσης» - τεχνοβλαστό του ΕΚΕΒΕ "Αλέξανδρος Φλέμιγκ", τη «Biomedcode Hellas AE». «Η εταιρία εκμεταλλευόμενη εμπορικά τα ζωικά μοντέλα που δημιουργούνται σε εργαστήρια του Φλέμιγκ, αλλά και αναπτύσσοντας ταυτόχρονα άλλα δικά της, παρέχει υπηρεσίες σε μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες του εξωτερικού, που αναζητούν ζωικά μοντέλα για να πραγματοποιήσουν προκλινικές δοκιμές σε φάρμακα που παρασκευάζουν. Ονομάζεται ‘‘εταιρία έντασης γνώσης’’, γιατί τα προϊόντα που παράγει είναι υψηλής γνωστικής αξίας, συνδεδεμένα με την υψηλή τεχνολογία που παρέχεται μόνο σε εξειδικευμένα κέντρα ή πανεπιστήμια», εξηγεί ο καθηγητής και συνεχίζει: «Αυτό το είδος υγιούς ‘‘οικοσυστήματος’’ έρευνας, με την ανάπτυξη σύγχρονων δομών που θα υποστηρίζουν την κατοχύρωση της πνευματικής ιδιοκτησίας και τη μεταφορά της σε επιχειρηματικές πράξεις, μπορεί να μας οδηγήσει σε ολοκληρωμένα συστήματα καινοτομίας. Μόνον τότε θα μπορούμε να στοχεύουμε στη μετάφραση των αποτελεσμάτων της έρευνας σε καινοτόμα προϊόντα και, κατά συνέπεια, στην παραγωγική ανάπτυξη της οικονομίας μας. Για να μπορέσει να υλοποιηθεί μια τέτοια προσέγγιση, απαιτείται, αφενός, σταθερός και μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός και, αφετέρου, σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις», εξηγεί ο καθηγητής, που από ό, τι φαίνεται δε βρίσκεται μακριά από την υλοποίηση ενός τέτοιου μηχανισμού. Η ιδέα του είναι να δημιουργήσει ένα μεγαλύτερο από το Φλέμινγκ μοντέλο μετάφρασης της ερευνητικής ιδέας σε καινοτόμο προϊόν, συνδέοντας την ερευνητική παραγωγή με την επιχειρηματική δραστηριότητα. Η ανάπτυξη διαγονιδιακών μοντέλων φλεγμονωδών παθήσεων του ανθρώπου, οι εφαρμογές σε προκλινικές δοκιμές αξιολόγησης νέων φαρμάκων και η αναγνώριση νέων θεραπευτικών και διαγνωστικών στόχων, η ίδρυση της Biomedcode για μεταφορά και εμπορική εκμετάλλευση διαγονιδιακών μοντέλων και τεχνογνωσίας για προκλινικές δοκιμές του Φλέμιγκ, η ανάπτυξη χαρτοφυλακίων πνευματικής ιδιοκτησίας, ως απόρροια του Κέντρου, και η λειτουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού μεταφοράς τεχνολογίας, οδηγούν μοιραία στη δημιουργία της «Βιοτεχνόπολης», δηλ. στο επόμενο όραμα του καθηγητή Κόλλια, που είναι μακροπρόθεσμο μεν, αλλά όχι ανέφικτο. «Διαθέτουμε τη γνώση και την εμπειρία και έχουμε το πρότυπο. Μέσα στο χώρο, ο οποίος έχει αρχίσει να δημιουργείται ήδη, θα φτιάξουμε ένα ερευνητικό πάρκο, θα εντάξουμε μικρές εταιρίες που θα προωθούν τις επιχειρηματικές ιδέες με τους κανόνες του μάρκετινγκ και θα δώσουμε χώρο και σε άλλους εταίρους. Η ιδέα είναι να συνυπάρξει η βασική έρευνα με την βιομηχανία».

Εξατομικευμένη Ιατρική (pMedGR) κατά το πρότυπο Φλέμινγκ

Ο καθηγητής τιμήθηκε πέρσι με το βραβείο «Carol Nachman Prize 2014» για πρωτοποριακές έρευνες στον τομέα της Ρευματολογίας. Το συγκεκριμένο βραβείο αποτελεί μια από τις υψηλότερες τιμητικές διακρίσεις της Γερμανίας στον τομέα της Ιατρικής. Δύο χρόνια πριν, το 2013, ο Έλληνας ακαδημαϊκός έλαβε επιχορήγηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας «Advanced ERC Grant» για να μελετήσει το ρόλο των μεσεγχυματικών κυττάρων του εντερικού υμένα στην ομοιόσταση του εντέρου σε συνθήκες χρόνιας φλεγμονής και νεοπλασίας, και να αναπτύξει νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των ασθενειών του εντέρου και άλλων παθολογιών με παρόμοια χαρακτηριστικά. Από τη στιγμή που ανέλαβε τη θέση της Πειραματικής Φυσιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών οραματίζεται να ενισχύσει την ερευνητική αριστεία, την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία. Έτσι, σχεδιάζει την ίδρυση και μιας νέας ερευνητικής υποδομής για την Εξατομικευμένη Ιατρική (pMedGR) στην Ιατρική Σχολή. «Η έννοια της εξατομικευμένης ιατρικής έχει αναδειχθεί ως η κατεύθυνση του μέλλοντος για την κατανόηση, την πρόληψη και τη θεραπεία των ανθρώπινων νόσων, με βάση τη σύνθεση πληροφοριών που προέρχονται από διαφορετικές πηγές, όπως οι τεχνολογίες γενετικής, γονιδιωματικής, πρωτεομικής, καθώς επίσης και περιβαλλοντικών δεδομένων ή παραγόντων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής των ασθενών. Ευτυχώς υπάρχουν αρκετοί συνάδελφοι από την Ιατρική που πίστεψαν σε ένα τέτοιο όραμα, αντίστοιχο του Φλέμινγκ, για την Ιατρική σχολή, η οποία ουσιαστικά δεν έχει ερευνητικό κέντρο με σύγχρονες τεχνολογίες υψηλής απόδοσης και με τέτοια υποδομή. Υπάρχει μια πληθώρα επιστημόνων και φοιτητών που έχουν συχνά περιορισμένη πρόσβαση σε λειτουργικές τεχνολογικές εγκαταστάσεις υψηλών προδιαγραφών. Κάποια κέντρα έχουν προκύψει τελευταία και υπόσχονται ότι μπορούν να το κάνουν, όμως δεν έχουν ούτε τη δυναμική, ούτε τους δείκτες σε τέτοιο βαθμό. Ας μην αναφερθούμε και στον κορεσμό τους με επιλογές που δεν είναι δόκιμες», συμπληρώνει ο ερευνητής.

Σχεδιασμός, ανάπτυξη, αξιολόγηση και λογοδοσία

Ο πάντα σεμνός και "αθόρυβος" καθηγητής Γεώργιος Κόλλιας θεωρείται παγκόσμια αυθεντία στον τομέα του, δίνει καθημερινές μάχες, πετυχαίνει νίκες, παραμένει στην Ελλάδα και επιμένει, αλλά δεν ελπίζει σε μαγικές λύσεις. «Δυστυχώς, επί δεκαετίες, οι εθνικοί αναπτυξιακοί πόροι χρησιμοποιήθηκαν με τέτοιους τρόπους που το μόνο που κατάφεραν να αναπτύξουν είναι η ευνοιοκρατία προς συγγενείς και φίλους, ο κομματικός κρατισμός και οι πελατειακές σχέσεις, οι συντεχνίες και η υποκρισία, νοοτροπίες που έχουν δυστυχώς εγκατασταθεί στην καρδιά της πολιτικής αλλά και των πολιτών. Η λιτότητα, επομένως, είναι η συνέπεια και όχι η αιτία της καταστροφής», λέει χαρακτηριστικά υποστηρίζοντας πως δεν υπάρχει ελπίδα αν οι πολιτικοί δεν αντιληφθούν ότι η έρευνα και η τεχνολογία είναι οι κινητήριες δυνάμεις που θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια παραγωγική κοινωνία. «Αν οι πολιτικοί δεν αλλάξουν τον τρόπο που διαχειρίζονται τα πράγματα, δε θα γίνει τίποτα. Δυστυχώς δεν έχουν φτιάξει τέτοια αξιακά συστήματα, ώστε να προχωρήσουν σε σκέψεις και επενδύσεις σε καινοτομίες που θα βγάλουν τη χώρα από το οικονομικό τέλμα, στο οποίο έχει περιέλθει και στο οποίο υποδουλώνεται όλο και περισσότερο», καταλήγει ο κορυφαίος Έλληνας ερευνητής, ο οποίος προτείνει ως δραστική λύση τη χάραξη πολιτικής «βάσει τεκμηρίων» (το λεγόμενο evidence-based policy) και την αποκομματικοποιημένη διοίκηση της έρευνας, όπως γίνεται παγκοσμίως. «Χρειαζόμαστε διακυβέρνηση βασισμένη σε τεκμηριωμένο λόγο και σε στοιχεία και όχι τυχαίες πολιτικές που προτείνουν οι εκάστοτε “σύμβουλοι” και τα "αγκυλωμένα" θεσμικά όργανα. Η λήψη πολιτικών αποφάσεων, δυστυχώς, βασίζεται ακόμα στην απώθηση ορθολογικών επιχειρημάτων και σε ένα συνδυασμό ιδεοληψιών, ανικανότητας και λαϊκιστικών διακηρύξεων. Αυτό οδηγεί σε λανθασμένες ή κοντόφθαλμες επιλογές, που δεν καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν κρίσιμα προβλήματα και τελικά δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Είναι πια καιρός να καθιερωθούν αυστηρά και αντικειμενικά κριτήρια τεκμηρίωσης σε όλα τα επίπεδα χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων. Η ερευνητική αξιολόγηση, η χρηματοδότηση και η διαχείριση των πόρων θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη από την επιρροή πολιτικών εξουσιών». Ο καθηγητής υποστηρίζει σταθερά τη δημιουργία ενός οριζόντιου, ανεξάρτητου και ορισμένης θητείας Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, το οποίο θα πρέπει να συσταθεί και να λειτουργεί με βάση αντικειμενικά και αυστηρά κριτήρια αριστείας και ακεραιότητας. «Δυστυχώς οι πολιτικοί γέμισαν όλες τις θέσεις της Ελλάδας, σε όλους τους χώρους, με επιεικώς ακατάλληλους ανθρώπους, που τοποθετήθηκαν εκεί, χωρίς αξιολόγηση, χωρίς στρατηγική και χωρίς σχέδιο, και το μόνο που κάνουν είναι να αφορίζουν την αριστεία. Και την αφορίζουν γιατί δεν την άγγιξαν ποτέ. Είναι πολύ σημαντικό», επισημαίνει ο ίδιος, «να καθορίζονται με σαφήνεια οι συνέπειες μιας αξιολόγησης και να υπάρχει λογοδοσία, όταν τα αποτελέσματα δεν ανταποκρίνονται στους στόχους». Ο διακεκριμένος ερευνητής υποστηρίζει πως κατά την επόμενη δεκαετία, όταν η αναθεώρηση της νοοτροπίας των Ελλήνων έναντι της επιστήμης, της έρευνας και της καινοτομίας θα είναι πλέον αναγκαία για την επιβίωση του κράτους, οι διαδικασίες μέσω των οποίων η έρευνα θα μετουσιώνει τα αποτελέσματά της σε δημόσια αγαθά θα πρέπει να έχουν απαλλαγεί από τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, που συχνά καλύπτουν φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς. Διατηρεί βέβαια χαμηλές προσδοκίες για το αν και κατά πόσον το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι σε θέση -από μόνο του- να κάνει τη διαφορά, δεδομένου του «βεβαρημένου» ιστορικού της πολιτικής ηγεσίας στην προσπάθεια μεταρρύθμισης του χώρου της έρευνας και της καινοτομίας στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες. «Υπό το πρίσμα αυτό, πιστεύουμε πως η πραγματική αλλαγή θα έρθει μέσα από την ισχυρή δέσμευση των ίδιων των επιστημόνων για ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις. Παραγωγικά μέλη της ερευνητικής κοινότητας θα πρέπει να συμπράξουν και να αυτο-οργανωθούν σε ένα γνωμοδοτικό σώμα, που θα παράσχει υψηλού επιπέδου συμβουλευτική σε όσους χαράζουν πολιτική, επιταχύνοντας έτσι τη μεταρρύθμιση υφιστάμενων δομών, διαδικασιών και νοοτροπιών», καταλήγει ο καθηγητής. Σημείωση: Στο άρθρο του στο περιοδικό Nature Immunology ο καθηγητής προτείνει τη χρηματοδότηση 250 νέων ερευνητών (50 ερευνητές ανά έτος για διάστημα 5 χρόνων) με 1 εκατομμύριο ευρώ για τον καθένα, που θα συμπεριλαμβάνει διεθνώς ανταγωνιστικές αμοιβές για τον κύριο ερευνητή και την ομάδα του, προκειμένου να ιδρυθούν νέα εργαστήρια και να «εμβολιαστούν» με νέες ιδέες, δεξιότητες και τεχνογνωσία οι ελληνικοί ερευνητικοί οργανισμοί. Το εκτιμώμενο κόστος των 250.000.000 ευρώ, το οποίο θα επενδυθεί και θα κατανεμηθεί σε μια δεκαετία (κατά μέσο όρο, δηλαδή, θα απαιτηθούν 25 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος για το σύνολο του προγράμματος), θα προσφέρει οφέλη που θα υπερβαίνουν κατά πολύ την αρχική επένδυση, τόσο για την προσέλκυση περαιτέρω ανταγωνιστικών χρηματοδοτήσεων, όσο και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας υψηλής έντασης γνώσης. [Για περισσότερα: Kollias G, Lambris JD. A 'rule of 3' to revive Greek science, research and innovation. Nat Immunol. 2015 Nov 18;16(12):1206-8)]

Πηγή

Previous Post Next Post