Συζητώντας με τον Καθηγητή Κυτταρικής και Μοριακής Βιολογίας του Ανθρώπου Γιώργο Δεδούση καθισμένοι στο γραφείο του στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σκέφτομαι πως θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας influencer αφού ασχολείται με ένα πολύ μοντέρνο ερευνητικό πεδίο, την Διατροφογενετική (Nutrigenetics), που ενσωματώνει τη βιολογία συστημάτων και τις εφαρμογές της στην διατροφική έρευνα. Στην ουσία είναι όντως influencer, ένας ερευνητής influencer, αφού πέρσι συμπεριλήφθηκε στη λίστα επιστημόνων με τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως, η οποία προκύπτει από την απήχηση του έργου τους την τελευταία 11ετία. Αυτό που προωθεί ο καθηγητής με απόλυτα επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο είναι ένα διατροφικό lifestyle βασισμένο στο ατομικό γενετικό προφίλ, δηλαδή μια προσωποποιημένη διατροφή μέσω ανάλυσης DNA. Αυτό ακριβώς είναι και το καινούργιο που αναζητάει το κοινό. Αυτό ακριβώς ήταν και το αντικείμενο της ομιλίας του στο 15ο Πανελλήνιο Συνέδριο Διατροφής Διαιτολογίας (σε συνδιοργάνωση με το 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Συνεδρίου Κλινικής Διατροφής & Μεταβολισμού) στο Μέγαρο Μουσικής που πραγματοποιήθηκε την περασμένη βδομάδα. «Στο συνέδριο μας δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα των ερευνών της τελευταίας 20ετίας που συνοπτικά δείχνουν πως οι διαφορετικές ανταποκρίσεις στη δίαιτα και στις διατροφικές παρεμβάσεις, αλλά και σε συνθήκες τρόπου ζωής εξαρτώνται από το γενετικό προφίλ του καθενός», εξηγεί ο ίδιος, ο οποίος έχει θέσει ως αντικείμενο στον ερευνητικό φακό του εκατοντάδες γονίδια που συνδέονται με την γενετική προδιάθεση ασθενειών όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, παχυσαρκία, μεταβολικό σύνδρομο, κ.ά. Και δεν έχει βάλει ως στόχο μόνο τα γονίδια, αλλά και τους πολυμορφισμούς τους, δηλαδή τις παραλλαγές με τις οποίες αυτά συναντώνται που είναι αρκετές χιλιάδες και χαρακτηρίζουν την γενετική ταυτότητα του κάθε ατόμου.
Κόντρα στα γονίδια μας;
Η μέχρι τώρα πεποίθηση ότι το DNA μας ορίζει τη μοίρα μας φαίνεται να «κλονίζεται» καθώς νεότερα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πως, αλλάζοντας διατροφική συμπεριφορά, και τρόπο ζωής, όχι μόνο μπορούμε να πάμε κόντρα στις γενετικές μας επιταγές αλλά να τις έχουμε και συμμάχους. «Τίποτα δεν είναι ντετερμινιστικό. Μπορείς να τροποποιήσεις την γενετική προδιάθεση που έχεις είτε θετικά, είτε αρνητικά», υποστηρίζει ο καθηγητής Δεδούσης, ο οποίος διερευνά μια σειρά γονιδίων που σχετίζονται με την παχυσαρκία και το ηπατικό λίπος, τον έλεγχο των λιποπρωτεινών, τη χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια, αλλά και τους πολυμορφισμούς αυτών των γονιδίων: «Οι απολιποπρωτεΐνες είναι τα πρωτεϊνικά συστατικά της χοληστερόλης που εξυπηρετούν ιδιαίτερα σημαντικές λειτουργίες ελέγχου των επιπέδων της στο σώμα. Πολλές μελέτες συνεργατών και δικές μας έδειξαν ότι κάποια άτομα έχοντας συγκεκριμένους πολυμορφισμούς σε γονίδια απολιποπρωτεινών μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της καλής χοληστερίνης ή μπορεί να μειώσουν τα επίπεδα των γλυκαιμικών δεικτών (πχ. ινσουλίνη) μόνο και μόνο αν αυξήσουν την πρόσληψη σε πολυακόρεστα λιπαρά (δηλ. τα καλά λιπαρά). Άρα κάποιοι με συγκεκριμένο γενετικό προφίλ ευεργετούνται περισσότερο από κάποιους άλλους όταν στη διατροφή τους προσθέτουν πολυακόρεστα». Αντίθετα κάποιοι που παρουσιάζουν ένα δυσμενές προφίλ σχετικά με χρόνια νοσήματα, όπως π.χ. κάποιους πολυμορφισμούς γονιδίων που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος, σύμφωνα με τον καθηγητή υιοθετώντας καλές διατροφικές συνήθειες μπορούν να το αντιρροπήσουν. «Είμαστε στην εποχή που μπορούμε δημιουργώντας σύνθετα γενετικά σκορ να αξιολογούμε εκατοντάδες χιλιάδες πολυμορφισμούς γονιδίων. Αυτή η πληροφορία της γενετικής προδιάθεσης αυξάνει την προβλεπτική ικανότητα των κλασικών παραγόντων κινδύνου για έμφραγμα. Μέχρι τώρα αυτό δεν ήταν αποδεκτό από την ιατρική κοινότητα. Πλέον στους κλασικούς παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, η έλλειψη άσκησης προστίθεται και η γενετική ταυτότητα. Για παράδειγμα έχουμε δει περιπτώσεις που παρότι υπάρχει γενετική προστασία, το κάπνισμα μπορεί να την αναιρέσει. Αυτό το παρατηρήσαμε σε μια παγκόσμια μελέτη που περιελάμβανε πληθυσμούς από πολλές χώρες, όπου η ευεργετική γενετική σύσταση κάποιων ατόμων σχετικά με το έμφραγμα του μυοκαρδίου, χανόταν στους καπνιστές. Παρόμοια αποτελέσματα αναμένουμε και σε Ελληνικούς πληθυσμούς απομονωμένους γενετικά, όπως είναι αυτός στον ορεινό Μυλοπόταμο της Κρήτης», συμπληρώνει ο ερευνητής. Ως απομονωμένος θεωρείται ένας πληθυσμός που είναι γενετικά ομοιογενής με παρόμοιες συνήθειες και τρόπο ζωής. Η έρευνα της διεθνούς επιστημονικής ομάδας, στην οποία συμμετείχε και ο καθηγητής έδειξε ότι ορισμένα άτομα στον συγκεκριμένο απομονωμένο πληθυσμό, παρότι ταυτόχρονα είναι και βαριά καπνιστές, διαθέτουν κάποιες καλές γενετικές παραλλαγές που τους παρέχουν ένα είδος προστασίας απέναντι στα καρδιαγγειακά νοσήματα. Μήπως χάνεται, λόγω του καπνίσματος, η γενετική προστασία που κληρονόμησαν; Μήπως οι διατροφικές συνήθειες τροποποιούν τον κίνδυνο; Είναι ερωτήματα που διερευνώνται. Ο καθηγητής Δεδούσης κατά τη συζήτησή μας αναφέρθηκε και σε ένα Ευρωπαϊκό πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχε σχετικά με την πρόσληψη ψευδαργύρου στην τρίτη ηλικία: «Διαπιστώσαμε έλλειψη ψευδαργύρου σε Έλληνες ηλικιωμένους που συνδέθηκε με αυξημένο άγχος, μειωμένη μνήμη και εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα. Τους χορηγήσαμε ψευδάργυρο σε μορφή συμπληρώματος με βάση την ανάλυση DNA και αποκαταστήσαμε σε μεγάλο βαθμό τις προαναφερόμενες λειτουργίες. Είμαστε σε θέση πλέον να αξιολογούμε με εξατομικευμένο τρόπο τις περιπτώσεις που σας ανέφερα και να προτείνουμε προσωποποιημένες λύσεις».
Διατροφική παρέμβαση με μαστίχα Χίου
Μια πτυχή της έρευνας που συντελείται στο εργαστήριο του έλληνα ερευνητή στο Χαροκόπειο πανεπιστήμιο αφορά την διατροφική παρέμβαση με φυσικά προϊόντα και συμπληρώματα διατροφής. Ο ίδιος εδώ και τέσσερα χρόνια συντονίζει το ευρωπαϊκό πρόγραμμα “MAST4HEALTH” που διερευνά τη δράση της μαστίχας Χίου σε ασθενείς που εμφανίζουν λίπος στο συκώτι μη αλκοολικής αιτιολογίας. «Η μαστίχα ως προϊόν παρουσιάζει πολύπλευρο ερευνητικό ενδιαφέρον, καθώς διαθέτει πολλά βιοδραστικά συστατικά. Εμείς μελετήσαμε τη ρητίνη στο σύνολό της σε ένα δείγμα ατόμων από την Ελλάδα, τη Σερβία και την Ιταλία με λιπώδη διήθηση ήπατος, μη αλκοολικής αιτιολογίας και τα πρώτα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά». Και εδώ βγαίνει και η είδηση, καθώς τον ερχόμενο Φεβρουάριο θα ανακοινωθούν στη Χίο τα πρώτα αποτελέσματα των κλινικών μελετών σε ανθρώπους. Σύμφωνα με τον καθηγητή, το μεγάλο ποσοστό λίπους στο συκώτι σταδιακά σε ορισμένα άτομα μπορεί να δημιουργήσει φλεγμονή ή ακόμη και να οδηγήσει σε ίνωση και εδώ ακριβώς μπορεί να γίνει η διατροφική παρέμβαση: «Εκμεταλλευόμαστε τις αντιοξειδωτικές, και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της μαστίχας για την αντιμετώπιση της νόσου. Το είδαμε να λειτουργεί στα ποντίκια και θα το δούμε μόλις ολοκληρωθούν και οι κλινικές δοκιμές στους ανθρώπους. Στόχος μας είναι αφενός να διατεθεί η μαστίχα ως «όπλο» στους κλινικούς γιατρούς που είναι ένα Ελληνικό προϊόν, και που ταυτόχρονα να δώσει προστιθέμενη αξία στο ίδιο το προϊόν».
Προσωποποιημένη διατροφή από τον Dr. Google
Πολλές εταιρείες διαφημίζουν μέσω διαδικτύου νέα προϊόντα βασισμένα στο γενετικό υλικό για πάσαν νόσον. Το σχέδιο φαίνεται απλό: Κάνεις εγγραφή στο διαδίκτυο και στη συνέχεια μεταφορτώνεις τα δεδομένα σου από δημοφιλείς υπηρεσίες που προσφέρουν στους ενδιαφερόμενους ανάλυση των γενετικών προφίλ τους. Τα δεδομένα αναλύονται και στη συνέχεια σου αποστέλλεται ένα διατροφικό πλάνο που βασίζει τις προτάσεις του στα γονίδια σου. Στην Ελλάδα υπάρχουν διάφορα κέντρα ανάλυσης DNA που προσφέρουν παρόμοιες υπηρεσίες σε άτομα που επιθυμούν να χάσουν βάρος. «Δυστυχώς οι υπηρεσίες που προσφέρουν δεν οδηγούν συνήθως σε ασφαλή συμπεράσματα και ο κυριότερος λόγος είναι ότι δεν διαθέτουν πρότερη επιστημονική γνώση στο αντικείμενο με αποτέλεσμα οι απαντήσεις που δίνουν να είναι πρόχειρες και ελλιπείς. Η επιστήμη δείχνει ότι η προσωποποίηση – σε κάποιο βαθμό – είναι απαραίτητη. Αλλά, οι παγίδες που καραδοκούν είναι πολλές και χρειάζεται προσοχή. Ο κόσμος από την άλλη, δεν είναι ενημερωμένος επαρκώς και μπορεί να παραπλανηθεί. Το συγκεκριμένο πεδίο έρευνας καλώς ή κακώς είναι «φρέσκο» με όλα τα συν και πλην που αυτό συνεπάγεται» Στα άμεσα σχέδια του καθηγητή Δεδούση είναι η ίδρυση μιας εταιρείας spin-off («τεχνοβλαστού») που θα παρέχει με έγκυρο και επιστημονικό τρόπο προσωποποιημένα διατροφικά πλάνα μέσω εξειδικευμένων και πιστοποιημένων κέντρων. «Εμείς, για τα νοσήματα που μελετάμε δηλ. την παχυσαρκία, τον διαβήτη, τα καρδιαγγειακά έχουμε δημιουργήσει αλγόριθμους για την πρόβλεψή τους, αλλά και για την αντίδραση του οργανισμού σε διατροφικές συστάσεις και παρεμβάσεις μέσω ανάλυσης DNA. Αυτά σκοπεύουμε να εφαρμόσουμε και στην πράξη», εξηγεί ο ίδιος. Η συζήτηση με τον διαπρεπή επιστήμονα δεν τελειώνει εδώ. Ωστόσο έχει χρονικό όριο. Σίγουρα κάποιος που συνομιλεί μαζί του αντιλαμβάνεται πως στη ζωή του σημαντικό ρόλο έχουν διαδραματίσει οι άνθρωποι που βρέθηκαν στον δρόμο του, αλλά και η τύχη. Μικρός ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής, αλλά το όνειρο του δυστυχώς σκόνταψε στην αντίδραση του πατέρα του Βασίλη Δεδούση, τέως προέδρου της ΠΑΕ Καλλιθέας. Από τυχαία επιλογή βρέθηκε στο Βιολογικό της Πάτρας, όπου η Μοριακή Βιολογία και Γενετική ήταν η ειδικότητα που του κέντρισε το ενδιαφέρον. Προσωπικότητες όπως οι Καθηγητές Σταμάτης Αλαχιώτης και Κωνσταντίνος Χριστοδούλου , αλλά και καθηγητές του στη Γαλλία, όπου πήγε για μεταπτυχιακές σπουδές τον «μύησαν» στα μυστικά της έρευνας και τον έκαναν να την λατρέψει. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να εκπονήσει τη διδακτορική του διατριβή στο Εργαστήριο Ανοσολογίας του νοσοκομείου «Άγιου Σάββα». Στη συνέχεια απέσπασε υποτροφία Fulbright για να συνεχίσει το ερευνητικό του έργο στο Εργαστήριο Γενετικής Ανθρώπου του Νοσοκομείου Brigham and Women’s hospital, στο Πανεπιστήμιο του Harvard στην Βοστώνη και ξαναγύρισε στο τμήμα Διαιτολογίας-Διατροφής στο οποίο υπηρετεί ως Καθηγητής Α’ βαθμίδας. Η πορεία του καθηγητή Δεδούση είχε και προφανώς θα έχει και στο μέλλον πολλούς σταθμούς αλλά, όπως ο ίδιος λέει πάντα επέστρεφε και πάντα θα επιστρέφει στην Ελλάδα. Και το λέει με πολλή ειλικρίνεια. Και τον πιστεύουμε. Άλλωστε, σε μια εποχή που στην Ελλάδα το brain gain, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες, δείχνει να ξεθωριάζει, το να παραμένεις, να επιμένεις και να καταφέρνεις το ερευνητικό σου έργο να αναγνωρίζεται διεθνώς με δείκτη H=75 δεν είναι και λίγο! Πηγή:in.gr