Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας σήμερα και οι στατιστικές δείχνουν πως το γυναικείο φύλο δεν εκπροσωπείται επαρκώς στο χώρο της έρευνας, λες και στην επιστήμη διακρίθηκαν μόνο άνδρες. Οι γυναίκες ερευνήτριες δεν χάνουν ευκαιρία να επισημαίνουν τη φυλετική ανισορροπία στην ποσόστωση που υπάρχει μεταξύ των δύο φύλων στο χώρο της επιστήμης. Μάλιστα υποστηρίζουν πως αυτή η ανισορροπία είναι παράγωγο ενός θεσμικού σεξισμού εντός του επιστημονικού περιβάλλοντος. Σχετικά πρόσφατη έρευνα στο περιοδικό Nature[1], αναφέρει πως από το 1901 μέχρι το 2017, οι γυναίκες κάτοχοι του βραβείου είναι μόνο 18, ενώ αντίστοιχα οι άνδρες ανέρχονται στους 587. Υπάρχει επομένως ένα γεγονός: Οι γυναίκες είναι λιγότερες από τους άνδρες στο χώρο της έρευνας και ειδικότερα στο χώρο των Φυσικών Επιστημών. Ωστόσο, το 2018 ακόμη δύο γυναίκες απέσπασαν βραβεία Νόμπελ στη Φυσική και στη Χημεία, ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε 20. Picture credits:Lindau Nobel Laureate meetings

Η Elizabeth Blackburn είναι μία από τις 20 γυναίκες κατόχους του βραβείου Νόμπελ στις επιστήμες και έχει ασχοληθεί σε βάθος με τις υφιστάμενες διακρίσεις μεταξύ των δύο φύλων στον χώρο της Επιστήμης. Για του λόγου το αληθές, η Νομπελίστρια ανοίγει το φορητό υπολογιστή της για να μου δείξει μια πρόσφατη έκθεση σχετικά με τη σεξουαλική παρενόχληση στον ακαδημαϊκό χώρο[2]. «Μία από τις διαπιστώσεις που με εξέπληξε περισσότερο και που αποτελεί την πιο κοινή μορφή παρενόχλησης στον ακαδημαϊκό κόσμο είναι τα κακόγουστα και αρκετές φορές ρατσιστικά σχόλια με τη μορφή αστειότητας εκ μέρους των ανδρών συναδέλφων, που ωθούν τις γυναίκες να βιώνουν τον αποκλεισμό», σχολιάζει. Η έκθεση διαπιστώνει, επίσης, ότι η παρενόχληση των γυναικών επιστημόνων μπορεί να μπλοκάρει τη σταδιοδρομία τους και να περιορίσει τη συμβολή τους στην Επιστήμη «Χάνονται έτσι αρκετά ταλέντα από την Επιστήμη. Ιδιαίτερα από την Ιατρική και τη Μηχανική», συμπληρώνει η διαπρεπής ερευνήτρια, η οποία συμπληρωματικά επικαλείται μια ακόμη έρευνα σε 115 επιστημονικές περιοχές[3], σύμφωνα με την οποία θα χρειαστούν τουλάχιστον 15 χρόνια για να ισοφαρίσουν σε δημοσιεύσεις οι άνδρες με τις γυναίκες επιστήμονες. Ενδεικτικά, σύμφωνα με την έρευνα, για τη Νανοτεχνολογία θα χρειαστούν 26 χρόνια, για τη Βιολογία 27, για τα Μαθηματικά 60, ενώ για τη Φυσική θα χρειαστούν 258 χρόνια! Η Νομπελίστρια υποστηρίζει πως τα ίδια τα ινστιτούτα μπορούν θεσμικά να διασφαλίσουν ένα περιβάλλον ισότητας, φέροντας ως παράδειγμα το Εργαστήριο Μοριακής Βιολογίας (LMB) στο Cambridge, στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου εργάστηκε στην αρχή της καριέρας της. Το ινστιτούτο αυτό αποτελούσε το κέντρο έρευνας της Μοριακής Βιολογίας κατά τη δεκαετία 1950-1960, μέσα στο οποίο ανακαλύφθηκε η δομή και η αλληλουχία των πρωτεϊνών και των νουκλεϊνικών οξέων. Είναι χαρακτηριστικό πως δεκατρείς ερευνητές, ανάμεσά τους οι Francis Crick, James Watson και Sydney Brenner, που πέρασαν από εκεί, έγιναν αργότερα Νομπελίστες. Η Νομπελίστρια περιγράφει πως εκεί μέσα «κανείς δεν ήταν το μεγάλο αφεντικό. Όλη η μαγεία περιοριζόταν στην Επιστήμη. Προκαλώ σήμερα τους νέους επιστήμονες να προσπαθήσουν να αναδημιουργήσουν αυτό το περιβάλλον στα δικά τους εργαστήρια», καταλήγει.

Η «πηγή της νεότητας»

Η Elizabeth Blackburn το 2009 μοιράστηκε το Νόμπελ στη Φυσιολογία και την Ιατρική μαζί με τους Αμερικανούς βιολόγους Carol W. Greider και Jack W. Szostak, γιατί εξήγησαν τον τρόπο με τον οποίο αφενός τα χρωμοσώματα μπορούν να αντιγράφονται πλήρως κατά την κυτταρική διαίρεση και αφετέρου να προστατεύονται από τον εκφυλισμό. Σπάνια οι αποδέκτες ενός βραβείου Νόμπελ λαμβάνουν τέτοια δημοσιότητα όπως έλαβαν οι ίδιοι. Και αν το σπάσιμο του κώδικα του DNA αποκάλυψε το «μυστικό της ζωής», η ανακάλυψη της τελομεράσης από τη Blackburn αποκάλυψε την «πηγή της νεότητας». Και οι τρεις επιστήμονες βραβεύτηκαν για τις έρευνές τους πάνω στα τελομερή - τις δομές που βρίσκονται στις άκρες των χρωμοσωμάτων και εμποδίζουν τη φθορά του γενετικού υλικού - και στην τελομεράση, το ένζυμο που σχηματίζει και αποκαθιστά τα τελομερή, προσθέτοντας DNA στις άκρες των χρωμοσωμάτων, για να αντικαταστήσει το γενετικό υλικό που έχει αποσπαστεί από εκεί. Τα τελομερή είναι ένας βασικός βιοδείκτης γήρανσης, ένα «τείχος προστασίας», που σχηματίζεται στα άκρα των χρωμοσωμάτων και λειτουργεί με τρόπο ανάλογο με τις πλαστικές άκρες που εμποδίζουν τα κορδόνια των παπουτσιών να ξεφτίσουν. Είναι ο μηχανισμός που ρυθμίζει τη σταδιακή γήρανση των κυττάρων μας και, επειδή βρίσκονται στην άκρη των χρωμοσωμάτων, ονομάζονται τελομερή. Αποτελούνται από επαναλαμβανόμενο μη γονιδιακό γενετικό υλικό και καλύπτονται από πρωτεΐνες. Δεν περιέχουν γενετικές πληροφορίες που να καθορίζουν κάποιο χαρακτηριστικό του οργανισμού, αλλά παίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της μακροζωίας των κυττάρων, καθώς ο ρόλος τους είναι η προστασία της ακεραιότητας του μορίου του DNA, αποτρέποντας έτσι τον κίνδυνο να χαθούν πολύτιμες γενετικές πληροφορίες όταν τα κύτταρα χωρίσουν. Θεωρητικά με τη βοήθεια της τελομεράσης τα κύτταρά μας θα μπορούσαν να ζουν αιώνια. Μόνο που σε κάθε κυτταρική διαίρεση η λειτουργία του ενζύμου εξασθενεί, τα τελομερή κονταίνουν, αφήνοντας τα χρωμοσώματα να «ξεφτίσουν» σαν τα κορδόνια των παπουτσιών, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή το κύτταρο να χάσει τη δυνατότητα να πολλαπλασιάζεται, να γερνά και να πεθαίνει. Όσο πιο μικρό είναι το μήκος του τελομερούς, τόσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία του κυττάρου. Εξαίρεση αποτελούν τα καρκινικά κύτταρα, τα οποία διαιρούνται συνεχώς, αλλά δεν πεθαίνουν. Αιτία; η ανεξέλεγκτη δραστηριότητα της τελομεράσης. «Τα τελομερή κονταίνουν με την ηλικία μας και η έρευνα έχει δείξει ότι η ταχύτερη μείωση του μήκους τους μπορεί να επιταχύνει την εμφάνιση μερικών από τις πιο κοινές ασθένειες της γήρανσης, όπως π.χ. άνοιες, οστεοαρθρίτιδα, καρδιαγγειακά νοσήματα, αυτοάνοσα, κ.ά. Εάν τα κοντά τελομερή επιταχύνουν τη διαδικασία γήρανσης, τα μακριά τελομερή φαίνεται να την επιβραδύνουν. Το επόμενο ερευνητικό βήμα είναι η διέγερση της επιμήκυνσης των τελομερών σε άρρωστα κύτταρα. Η πρόληψη της μείωσης του μήκους των τελομερών όμως δεν θα μας κάνει Μαθουσάλες (γέλια). Η τελομεράση είναι συχνά υπερβολικά δραστική σε κακοήθη καρκινικά κύτταρα. Συνεπώς, διεξάγονται στοχευμένες εργασίες για να διερευνηθεί η επίδρασή της σε αυτά», εξηγεί η Νομπελίστρια, αφού θεωρητικά ο καρκίνος θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την αδρανοποίηση της τελομεράσης. Μια σειρά μελετών, αλλά και κλινικών δοκιμών, είναι σε εξέλιξη προς αυτή την κατεύθυνση, κατά τις οποίες αξιολογούνται δραστικά εμβόλια εναντίον κυττάρων με υψηλή δραστηριότητα τελομεράσης. Επίσης, έχει διαπιστωθεί πως μερικές κληρονομικές ασθένειες προκαλούνται από δυσλειτουργία της τελομεράσης, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων μορφών συγγενούς απλαστικής αναιμίας, στην οποία οι ανεπαρκείς κυτταρικές διαιρέσεις στα αρχέγονα κύτταρα του μυελού των οστών οδηγούν σε σοβαρή αναιμία. Ορισμένες κληρονομικές ασθένειες του δέρματος, επίσης, προκαλούνται από δυσλειτουργία της τελομεράσης. «Η ανίχνευση του μηχανισμού δράσης της τελομεράσης δείχνει να είναι ένα μονοπάτι για τη διερεύνηση του μελανώματος και του καρκίνου του εγκεφάλου», συμπληρώνει η ερευνήτρια.

Επαρκείς κοινωνικές πολιτικές αυξάνουν το προσδόκιμο ζωής

Για τη Blackburn η επιστημονική γνώση μέσω της καθοδηγούμενης από την περιέργεια βασικής έρευνας είναι το «κλειδί» για την κατανόηση των παγκόσμιων προβλημάτων. Ωστόσο, η γήρανση δεν είναι μόνο ζήτημα τελομερών. Η βασική της έρευνα σχετικά με τους μοριακούς μηχανισμούς της την οδηγεί τώρα στους τρόπους με τους οποίους επαρκείς κοινωνικές πολιτικές μπορούν να αυξήσουν το προσδόκιμο μιας υγιούς ζωής. «Δεν στοχεύουμε τόσο στην επιμήκυνση της ζωής, αλλά στην επίτευξη και διατήρηση μιας υγιούς ζωής. Μελέτες πάνω στη Γενετική, την Επιδημιολογία και τις Κοινωνικές Επιστήμες έχουν δείξει ότι, εκτός από την καταστροφή του γειτονικού περιβάλλοντος των τελομερών, οι κοινωνικές συνθήκες, όπως οι παντός είδους καταχρήσεις, η ρύπανση, η κακή διατροφή, το χρόνιο στρες, η κατάθλιψη, η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η έλλειψη σωματικής άσκησης, το χαμηλό επίπεδο διαβίωσης και εκπαίδευσης, επιταχύνουν τη μείωση του μήκους των τελομερών», εξηγεί η επιστήμονας και μου δείχνει σχετικά διαγράμματα. «Άτομα τα οποία στην παιδική τους ηλικία έχουν βιώσει τραυματικές εμπειρίες έχουν κοντά τελομερή. Γυναίκες που κακοποιήθηκαν μέσα σε σχέσεις έχουν πιο κοντά τελομερή. Μάλιστα, το μήκος των τελομερών τους σχετίζεται ποσοτικά με τον αριθμό των ετών που ήταν στις σχέσεις αυτές. Η ελάττωση του μήκους τους πιθανότατα σχετίζεται με το άγχος της ύπαρξης μιας απειλητικής κατάστασης για μεγάλο χρονικό διάστημα», εξηγεί η ερευνήτρια συμπληρώνοντας πως το μήκος των τελομερών αναδεικνύεται εκτός από σημαντικός βιοδείκτης γήρανσης και σημαντικός βιοδείκτης επιβίωσης. Μάλιστα, στο βιβλίο της με τίτλο The Effect Telomere, που δημοσιεύθηκε στις αρχές του 2018, η Blackburn αναδεικνύει την έρευνα πάνω στην αποκατάσταση των τελομερών, σε συνδυασμό με μελέτες πάνω στον τρόπο ζωής και στις κοινωνικές αλλαγές που αυξάνουν το προσδόκιμο μιας υγιούς ζωής. Η Νομπελίστρια επισημαίνει ακόμη πως το επίπεδο της εκπαίδευσης που λαμβάνει κάθε άτομο στη ζωή του παίζει σημαντικό ρόλο στο μήκος των τελομερών. «Τα τελομερή κάποιου που δεν έχει πάει στο γυμνάσιο δείχνουν να είναι μικρότερα από κάποιον που το έχει ολοκληρώσει και στη συνέχεια αντίστοιχα μικρότερα από κάποιον που έλαβε μια μορφή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κάνεις ανάλυση πολλών μεταβλητών και τότε διαπιστώνεις ότι ισχύει» Η Νομπελίστρια μου λέει πως παρατηρείται ισχυρή γενετική επιρροή, ιδιαίτερα μητρική, από τους γονείς στους απογόνους. Το μήκος των τελομερών μεταβιβάζεται και ένα κοντύτερο τελομερές κατά τη γέννηση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων που σχετίζονται με τη γήρανση. Η ίδια τώρα εξετάζει διαφορές στο μήκος των τελομερών και μεταξύ πληθυσμών. Προς το παρόν η μελέτη της μεταξύ Αφροαμερικανών και Ευρωαμερικανών δείχνει τους δεύτερους να φέρουν μακρύτερα τελομερή. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι εκδηλώσεις ρατσισμού σε πολλαπλά επίπεδα, οι φυλετικές διακρίσεις και η προκατάληψη, που βιώνουν οι Αφρο-αμερικανοί λειτουργούν ενισχυτικά στην επιτάχυνση της βιολογικής τους γήρανσης[4]

Ευρεία διάχυση της έρευνας για το καλό της ανθρωπότητας

Η Elizabeth Helen Blackburn είναι μέλος μιας εννεαμελούς οικογένειας. Γεννήθηκε στο Χόμπαρτ της Τασμανίας, αλλά έχει αμερικανική υπηκοότητα. Στους γιατρούς γονείς της οφείλει το κίνητρο να ασχοληθεί με την Επιστήμη, αλλά και το αίσθημα της προσφοράς στο συνάνθρωπο. Σπούδασε Βιολογία στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, εκπόνησε το διδακτορική της διατριβή στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και έκανε μεταδιδακτορική εργασία στο Yale, πριν από την πρόσληψή της στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνιαςς, το 1978. Το 1990 εισήλθε στο Τμήμα Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, όπου διετέλεσε και Πρόεδρος. Σήμερα είναι Καθηγήτρια Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. Το 2001 μάλιστα, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπους τη διόρισε στο Εθνικό Συμβούλιο Βιοηθικής, αλλά την απομάκρυνε το 2004, εξαιτίας των επικρίσεων που η ίδια διατύπωσε για την πολιτική της κυβέρνησής του στο ζήτημα των βλαστοκυττάρων. Η 70χρονη σήμερα Blackburn είναι η πρώτη Αυστραλή που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ. Σύμφωνα με την ίδια, το βασικό «κλειδί» για να συμβάλλει η Επιστήμη αποτελεσματικά στο καλό της ανθρωπότητας είναι η ευρεία διάχυση της έρευνας. «Οι επιστήμονες πρέπει να αντιληφθούν τη δυναμική της επιρροής τους και να μην παραμένουν μετριοπαθείς. Να εκπαιδεύουν το κοινό και να παρέχουν πληροφορίες σχετικές με ζητήματα που έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο», προσθέτει. Αναγνωρίζει επίσης ότι η αντιμετώπιση μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων είναι μια πρόκληση, όπως ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται ότι και η δυνατότητα δράσης του καθενός μας μπορεί να είναι περιορισμένη. Ωστόσο, δεν σταματά να μας παροτρύνει: «Αντισταθείτε στον πειρασμό του εγκλωβισμού σε μια παγιωμένη κατάσταση. Ακούστε, διαβάστε, μάθετε, κρίνετε, ψηφίστε σωστά, κάντε κάτι. Η παραμικρή αντίδραση του καθενός μας μετράει».

[1] https://www.nature.com/articles/d41586-018-06879-z?utm_source=feedburner&utm_medium=feed&utm_campaign=Feed%3A+nature%2Frss%2Fcurrent+%28Nature+-+Issue%29&error=cookies_not_supported&code=c51490e4-9aef-4d85-b885-0276eca9785f

[2] Η έκθεση φέρει τον τίτλο: Sexual Harassment of Women: Climate, Culture, and Consequences in Academic Sciences, Engineering, and Medicine (2018) και δημοσιεύθηκε από τις National Academies of Science, Engineering and Medicine (Εθνικές Ακαδημίες Επιστήμης, Μηχανικής και Ιατρικής).

[3] Η έρευνα έχει τίτλο: When Will the Gender Gap in Science Disappear? (Πότε θα εξαλειφτεί το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στην Επιστήμη;)

[4] https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5407682/ Πηγη: Ναυτεμπορική

Previous Post Next Post